Η άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Σαρακηνούς |
H Θεσααλονίκη είναι η σημαντικότερη,ιδιαίτερα στα υστεροβυζαντινά χρόνια, πόλη της αυτοκρατορίας, η συμβασιλεύουσα, από εδώ προέκυψε και το σημερινό <<συμπρωτεύουσα>>, η "μετά την μεγάλην παρά Ρωμαίων πρώτην πόλιν", ο "οφθαλμός της Ευρώπης και κατ'εξοχήν της Ελλάδος''. Κατά τα βυζαντινά χρόνια αποτέλεσε διακαή πόθο όλων των εχθρών της αυτοκρατορίας και γνώρισε τρεις αλώσεις. Η Θεσσαλονίκη οχυρώθηκε με θαλάσσια τείχη, για να αντιμετωπίσει τις επιδρομές των βαρβάρων. Η πόλη ήταν εκτεθειμένη σε βαρβαρικές επιθέσεις από το Βορρά αλλά και σε επιδρομές από τη θάλασσα.
Από το 395 ως το 695, η Θεσσαλονίκη δοκιμάσθηκε σκληρά από συχνές επιδρομές διεξάγοντας σκληρούς αγώνες.Ωστόσο με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη θα ξεκινήσει ο εκχριαστιανισμός των Σλάβων και η μετάδοση του Βυζαντινού πολιτισμού.
Το 904 η Θεσσαλονίκη, δέχθηκε φοβερή επιδρομή Σαρακηνών Αράβων,πειρατών της Δύσης. Με αρχηγό τον εξισλαμισθέντα Λέοντα τον Τριπολίτη, ξεκίνησαν από την Κρήτη, εισχώρησαν στα Δαρδανέλια κι έφτασαν να απειλούν την Κωνσταντινούπολη, στη συνέχεια όμως άφησαν το Μαρμαρά, στράφηκαν προς τη Δύση και τελικά πολιόρκησαν και κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη.<< Ο λαός της πόλης, αφημένος στην τύχη του ξεφώνιζε και σπρωχνόταν, μη μπορώντας να σωθεί και να ξεφύγει από τη συμφορά. Μπορούσες τότε να δεις τους ανθρώπους να περιφέρονται σαν ακυβέρνητα πλοία εδώ κι εκεί, ελεεινό θέαμα, άνδρες, γυναίκες, νήπια >>.Τα δραματικά γεγονότα της πρώτης αυτής άλωσης αφηγήθηκε ο Ιωάννης Καμινιάτης, ιερέας, γόνος εύπορης οικογένειας, ένας από εκείνους που υπηρετούσαν στο αυτοκρατορικό παλάτι της Θεσσαλονίκης. Η αφήγηση του Ιωάννη Καμινιάτη έχει τη μορφή επιστολής (100 σελίδων!) προς κάποιον Γρηγόριο Καππαδόκη, στον οποίο χαρακτηριστικά υπενθυμίζει διαρκώς ότι έχει πληρώσει τα λύτρα και περιμένει να απελευθερωθεί με την πρώτη ευκαιρία ανταλλαγής αιχμαλώτων.
Η πόλη ήταν σχετικά απροετοίμαστη, τα θαλάσσια τείχη ήταν χαμηλά και όχι σε καλή κατάσταση και αυτό προκαλούσε φόβο στον πληθυσμό της πόλης.
Για να οργανώσει την άμυνα της πόλης φτάνει από την Κωνσταντινούπολη ο Πρωτοσπθάριος Πετρωνάς. Καταστρώνει ένα έξυπνο σχέδιο για να δυσκολέψει την προσέγγιση των εχθρικών πλοίων στο λιμάνι της πόλης. Συγκεντρώνει πέτρες και ό,τι άλλο βρίσκει και αρχίζει να τις ρίχνει στη θάλασσα για να γίνει αβαθής και να δυσκολέψει έτσι την αραβική επίθεση. Δυστυχώς ο τρόπος αυτός άμυνας εγκαταλείφτηκε, όταν αιφνιδιαστικά αντικαταστάθηκε ο Πετρωνάς με άλλον διοικητή τον Λέοντα Χατζιλάκη ή Χατζιλάκιο, που διατάζει την επισκευή και ανύψωση των θαλασσίων τειχών και την κατασκευή ξύλινων πύργων στα πιο αδύναμα σημεία του τείχους, ώστε να γίνονται βολές (πέτρες, βέλη) από τους αμυνόμενους.
Συνεχώς φτάνουν πληροφορίες για την επικείμενη επίθεση. Οι εκκλήσεις για βοήθεια είτε από την Πόλη είτε από τις γύρω περιοχές,δεν έχουν αποτέλεσμα. Τα αραβικά πλοία φαίνονται στον Θερμαϊκό το πρωινό της 29ης Ιουλίου 904, επιβεβαιώνοντας τις πληροφορίες…
Οι Άραβες επιλέγουν να επιτεθούν στο σημείο των θαλάσσιων τειχών που είναι πιο αδύνατο και χαμηλό.
Με σκάλες και ξύλα επιχειρούν να ανέβουν στα τείχη, όμως καθώς κολυμπούν για να φθάσουν εκεί, είναι εύκολος στόχος για τους αμυνόμενους τοξότες.
Την επόμενη μέρα κάνουν επιθέσεις σε πολλά διαφορετικά σημεία για να αποπροσανατολίσουν και να διασπάσουν την άμυνα της πόλης. Συγχρόνως ρίχνουν βολές με καταπέλτες, για να προκαλέσουν ρήγματα. Η επόμενη κίνησή τους είναι να βάλουν φωτιά στις πύλες του τείχους. Γι΄ αυτό το σχέδιο τους χρησιμοποιούν ως πυρπολικά μικρά αλιευτικά σκάφη, τα οποία τα γεμίζουν με φρύγανα εμποτισμένα με θειάφι και πισσα ώστε να είναι εύφλεκτα... Προστατευμένοι με τις ασπίδες τους, φτάνόυν κοντά στις πύλες και τότε βάζουν φωτιά. Οι υπερασπιστές της πόλης προσπαθούν με δέρματα κλαδιά και νερό να σβήσουν τις φωτιές και συγχρόνως φτιαχνουν μικρά εσωτερικά τείχη, για να μην επεκταθεί η φωτιά.
Η τελευταία κίνηση των Αράβων, κατά την τρίτη μέρα της πολιορκίας, είναι και η πιο τολμηρή και δύσκολη στην εφαρμογή της. Ενώνουν ανά δυο τα πλοία, το ένα δίπλα στο άλλο. Με σχοινιά και αλυσίδες δένουν τα πλάγια των πλοίων ώστε να μην μπορούν να χωριστούν, ενώ με τα ξάρτια και με σκοινιά υψώνουν τα κατάρτια και στη συνέχεια κρεμούν στον αέρα τα πηδάλια του κάθε πλοίου και κατορθώνούν να υψώσουν με τη βοήθεια σχοινιών τα κουπιά, σε όλο το μήκος του καταστρώματος. Ουσιαστικά θέλουν να φτιάξουν κινούμενες θαλάσσιες μηχανές που θα είναι ψηλότερες από τα τείχη, για να έχουν το επιθετικό πλεονέκτημα.
Κάνοντας πράξη το τολμηρό αυτό εγχείρημα προσεγγίζουν τα χαμηλά και εξασθενημένα τείχη της πόλης, ρίχνοντας από ψηλά βέλη, πέτρες, αλλά και ένα είδος εύφλεκτου εκρηκτικού μίγματος. Οι Θεσσαλονικείς αντικρίζουν με δέος και φόβο αυτήν την κίνηση λόγω της μειονεκτικής θέσης που βρίσκονται τώρα. Η άμυνα εξακολουθεί, ωστόσο όλα δείχνουν ότι είναι θέμα λίγου χρόνου για να καμφθεί η αντίσταση. Πράγματι, η επίθεση στο πιο αδύνατο σημείο του τείχους φέρνει αποτέλεσμα και οι πρώτοι Σαρακηνοί εισβάλλουν σε μια πόλη που έχει αρχίσει να αδειάζει, καθώς οι πολίτες της τρέχουν για να σωθούν…
Ήταν το τέλος της πολιορκίας.
Αυτό που θα ξεκινούσε, θα ήταν μια μεγάλη καταστροφή, μια σφαγή δίχως όρια, και ένας εξανδροπισμός όσων επέζησαν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου