Χαρακτηριστικά παραδείγματα συνεννόησης με οπτικό σήμα φωτιάς συναντάμε στις περιπτώσεις όπου π.χ. η Μήδεια ύψωσε αναμμένο πυρσό για να ειδοποιήσει τους Αργοναύτες να πάνε στην Κολχίδα ή όταν ειδοποιείται με πυρσό ο Αγαμέμνονας για την είσοδο του Δούρειου Ίππου στην Τροία από τον Σίνωνα,με πυρσό που σήκωσε ο ίδιος προς τον ελληνικό στόλο στην Τένεδο δίνοντάς του το σήμα της επιστροφής και κατάληψης της ανοχύρωτης πόλης.
Στη βυζαντινή περίοδος, χωρίς να γνωρίζουμε πότε ακριβώς και κάτω από ποιες συνθήκες, η ονομασία φρυκτωρίες (ή φρυκτώρια) εγκαταλείπεται και αντικαθίσταται από τη λέξη καμινοβίγλα και καμινοβίγλια, καθώς αναφέρει ο Νικηφόρος Φωκάς: «όπως ήνικα κίνησις των εχθρών γένηται και οι βιγλάτορες ταύτης αίσθωνται, δια των καμινοβιγλών και ο στρατηγός των εξέλευσιν των εχθρών προγιγνώσκει…».
Η λέξη καμινοβίγλα εύκολα γίνεται κατανοητό ότι είναι σύνθετη από τις κάμινος και βίγλα, λέξεις ελληνικές και οι δυο. Η λέξη κάμινος είναι αρχαία ελληνική και υποδηλώνει έναν χώρο όπου καίγονται διάφορα υλικά, η δε λέξη βίγλα υποδηλώνει το παρατηρητήριο. Τα καμινόβλ(ι)α ήταν επομένως «οπτικά παρατηρητήρια» και παραπέμπουν στους σταθμούς προειδοποίησης και επιφυλακής.
Στο έργο του Νικηφόρου Φωκά «Περί Παραδρομής» γραμμένο στο β΄ μισό του 8ου αιώνα, υπάρχει ειδικό κεφάλαιο που επιγράφεται <<Περί των καμινοβιγλίων και κατασκόπων>> και αναφέρεται στο ρόλο που διαδραμάτιζαν ακριβώς τα κτίσματα αυτά και όσοι τα επάνδρωναν. Οι καμινοβιγλάτορες σκοπό είχαν να ειδοποιούν το στρατηγό αλλά και τον άμαχο πληθυσμό των απειλούμενων περιοχών για επικείμενη εχθρική επίθεση. Ιδιαίτερη μέριμνα έπρεπε να λαμβάνεται για τα σύνορα των αρμενικών θεμάτων, γιατί οι αρμένιοι βιγλάτορες συχνά παραμελούσαν τα καθήκοντά τους.
Φυσικά υπάρχει διαφοροποίηση σε σχέση με τις αρχαίες φρυκτωρίες, που αφορά τόσο τη διοικητική διάταξη όσο και τα ίδια τα κτίσματα. Από στοιχεία που έχουμε γνωρίζουμε π.χ. ότι οι καμινοβίγλες ως κατασκευές ήταν πολύ βελτιωμένες σε σχέση με τις φρυκτωρίες. Όπως σημειώνει ο Πορετσάνος στο βιβλίο του <<Ιστορία της Επικοινωνίας>>, μιλώντας για τον πύργο του Πύθιου της Θράκης, μια γνωστή καμινοβίγλα που διατηρείται ακόμη: «Ήταν τριώροφος, περιτριγυρισμένος με τείχος περιφέρειας 200 μέτρων περίπου και δίδυμος όπως και τώρα φαίνεται. Στο αριστερό τμήμα του είχε στην κορφή του σκεπασμένες επάλξεις – παρατηρητήρια στους κάτω ορόφους του αίθουσες διαμονής της φρουράς. Με το δεξιό τμήμα του επικοινωνούσε με γέφυρα. Από τα παράθυρα του κυρίως «φρυκτωρίου–καμινοβιγλατορίου» ανταλλάσσονταν τα φωτεινά σήματα με την Ανδριανούπολη, την Πόλη κλπ. Είχαν μάλιστα και εντοιχισμένους και πήλινους «τηλεφωναγωγούς» για να επικοινωνούν άμεσα και ευκολότερα οι φρυκτωροί – παρατηρητές με τους διοικητές τους και να τους προειδοποιούν για εχθρικές επιδρομές ή στα νησιά για συχνότερες πειρατικές».
Η παραπάνω περιγραφή βυζαντινής καμινοβίγλας είναι από τις λίγες που διαθέτουμε και που αφορά την αρχιτεκτονική διαρρύθμιση μιας από αυτές.
Ωρονόμιο
Ωρονόμιο
Τα έτη 829-842 μ. Χ. ο Λέων ο Μαθηματικός ή Φιλόσοφος βελτίωσε το σύστημα αποστολής πληροφοριών των φρυκτωριών με το <<Ωρονόμιο>>, σύστημα συγχρονισμένο με μηχανικά ρολόγια υποδιαιρεμένα σε αντίστοιχες ώρες και συνδυασμένα με αριθμογραφικό κώδικα των πιο σημαντικών ειδήσεων.
Ο Λέων δημιούργησε μία αλυσίδα μόλις επτά φρυκτωρικών πύργων – σταθμών, μήκους περίπου δύο χιλιάδων χιλιομέτρων από την Κωνσταντινούπολη ως την Ταρσό της Κιλικίας, τους οποίους και έκτισε στις ψηλότερες κορυφές των οροσειρών που μεσολαβούσαν μεταξύ των δύο πόλεων, ώστε η φωτιά τους να είναι ορατή από πολλά χιλιόμετρα μακριά. Το σύστημα μετέδιδε όχι ένα αλλά δώδεκα διαφορετικά μηνύματα (όπως επιδρομή, νίκη ή ήττα, υποχώρηση του εχθρού, πυρκαγιά, σεισμό ή πλημμύρα κ.α.). Αυτό ήταν δυνατό χάρη σε δύο τέλεια συγχρονισμένα μηχανικά ρολόγια, τοποθετημένα στα δύο άκρα της φρυκτωρικής αλυσίδας, που λειτουργούσαν με βάση μία διαίρεση της ημέρας σε σταθερές ώρες με αντίστοιχα συμφωνημένα 12 μηνύματα. Σε κάθε ώρα αντιστοιχούσε και ένα μήνυμα, δηλαδή πυρκαγιά, επιδρομή, κήρυξη πολέμου κ.α. Όταν ένα από τα γεγονότα αυτά συνέβαινε άναβε η πρώτη φωτιά της αλυσίδας ακριβώς την ώρα που σύμφωνα με το ρολόι αντιστοιχούσε το μήνυμα που έπρεπε να μεταδοθεί.
Η σημασία του συστήματος αυτού δε βρίσκεται στην αλυσίδα των φρυκτωριών, αλλά στη δυνατότητα να μεταδίδει δώδεκα διαφορετικά μηνύματα, όσες δηλαδή και οι ώρες της ημέρας. Με το παραπάνω σύστημα, το αυτοκρατορικό επιτελείο στην Κωνσταντινούπολη μπορούσε να πληροφορηθεί για το τι συνέβαινε στο καίριας σημασίας ανατολικό μεθοριακό μέτωπο από μία έως το πολύ έντεκα ώρες. Αυτή η ταχύτητα μετάδοσης μηνυμάτων σε μεγάλες αποστάσεις ξεπεράστηκε μόλις το 19ο αιώνα με την ανακάλυψη του τηλέγραφου. Δυστυχώς, το σύστημα λειτούργησε για πολύ λίγο γιατί, όταν οι Άραβες κατέλαβαν την Ταρσό μερικές δεκαετίες αργότερα, κατέστρεψαν και το μηχανικό ρολόι της πόλης.
Ο Λέων δημιούργησε μία αλυσίδα μόλις επτά φρυκτωρικών πύργων – σταθμών, μήκους περίπου δύο χιλιάδων χιλιομέτρων από την Κωνσταντινούπολη ως την Ταρσό της Κιλικίας, τους οποίους και έκτισε στις ψηλότερες κορυφές των οροσειρών που μεσολαβούσαν μεταξύ των δύο πόλεων, ώστε η φωτιά τους να είναι ορατή από πολλά χιλιόμετρα μακριά. Το σύστημα μετέδιδε όχι ένα αλλά δώδεκα διαφορετικά μηνύματα (όπως επιδρομή, νίκη ή ήττα, υποχώρηση του εχθρού, πυρκαγιά, σεισμό ή πλημμύρα κ.α.). Αυτό ήταν δυνατό χάρη σε δύο τέλεια συγχρονισμένα μηχανικά ρολόγια, τοποθετημένα στα δύο άκρα της φρυκτωρικής αλυσίδας, που λειτουργούσαν με βάση μία διαίρεση της ημέρας σε σταθερές ώρες με αντίστοιχα συμφωνημένα 12 μηνύματα. Σε κάθε ώρα αντιστοιχούσε και ένα μήνυμα, δηλαδή πυρκαγιά, επιδρομή, κήρυξη πολέμου κ.α. Όταν ένα από τα γεγονότα αυτά συνέβαινε άναβε η πρώτη φωτιά της αλυσίδας ακριβώς την ώρα που σύμφωνα με το ρολόι αντιστοιχούσε το μήνυμα που έπρεπε να μεταδοθεί.
Η σημασία του συστήματος αυτού δε βρίσκεται στην αλυσίδα των φρυκτωριών, αλλά στη δυνατότητα να μεταδίδει δώδεκα διαφορετικά μηνύματα, όσες δηλαδή και οι ώρες της ημέρας. Με το παραπάνω σύστημα, το αυτοκρατορικό επιτελείο στην Κωνσταντινούπολη μπορούσε να πληροφορηθεί για το τι συνέβαινε στο καίριας σημασίας ανατολικό μεθοριακό μέτωπο από μία έως το πολύ έντεκα ώρες. Αυτή η ταχύτητα μετάδοσης μηνυμάτων σε μεγάλες αποστάσεις ξεπεράστηκε μόλις το 19ο αιώνα με την ανακάλυψη του τηλέγραφου. Δυστυχώς, το σύστημα λειτούργησε για πολύ λίγο γιατί, όταν οι Άραβες κατέλαβαν την Ταρσό μερικές δεκαετίες αργότερα, κατέστρεψαν και το μηχανικό ρολόι της πόλης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου