Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

Η άνοδος του Ρωμανού Διογένη στο θρόνο του Βυζαντίου

 
 
 
             Ο Ρωμανός Δ΄ Διογένης εκπροσωπεί τους στρατιωτικούς. Στο πρόσωπό του και στη σύντομη και τραγική βασιλεία του ενσαρκώνεται μια προσπάθεια αντιστροφής του κλίματος της παρακμής και αντιμετώπισης των κινδύνων που απειλούσαν τα ανατολικά σύνορα. Ήταν γόνος πλούσιας στρατιωτικής οικογένειας, είχε διακριθεί στον πόλεμο, αντιμετωπίζοντας αποφασιστικά τους Πετσενέγκους, είχε αποπειραθεί να κάνει πραξικόπημα μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου Δούκα και για αυτό το λόγο δικάστηκε και τιμωρήθηκε. Κατά τη διάρκεια της δίκης, η όμορφη Ευδοκία εντυπωσιάστηκε από το Ρωμανό. Από τότε το όνομά του συζητούνταν συνέχεια στην Πόλη, ως του ανθρώπου που θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο στα πράγματα.
              Είναι σίγουρο ότι βασικό κριτήριο στην επιλογή του Ρωμανού από την Ευδοκία ήταν όχι μόνο η προσωπικότητα του Ρωμανού, αλλά και η συναίσθηση από πλευράς της, του κινδύνου που αντιμετώπιζε το κράτος υπό την απειλή των εξωτερικών εχθρών του και τη διάλυση του στρατού. Οι γραφειοκράτες του παλατιού θα δεχτούν την επιλογή αυτή, κάτω από τη πίεση των γεγονότων και, με επικεφαλής το Ψελλό, θα συνεχίσουν να ελέγχουν την κατάσταση και να προσαρμόζουν τις κινήσεις τους ανάλογα με τις εξελίξεις.
           Εμπόδιο στο γάμο της Ευδοκίας με το Ρωμανό ήταν ο όρκος που είχε δώσει, λίγο πριν το θάνατο του συζύγου της, ότι δε θα ξαναπαντρευτεί, για να ανεβούν στο θρόνο τα ανήλικα παιδιά της. Ο όρκος είχε δοθεί εγγράφως και βρισκόταν στα χέρια του πατριάρχη Ιωάννη Ξιφιλίνου. Η Ευδοκία με τέχνασμα κατόρθωσε να παρακάμψει τον όρκο: έπεισε τον πατριάρχη ότι επρόκειτο να παντρευτεί τον αδερφό του Βάρδα, ένα μέτριο έως ανάξιο τύπο. Ο πατριάρχης της έδωσε τη γραφή του όρκου για χάρη του <<κοινού καλού>>. Όλοι βρέθηκαν προ τετελεσμένου: Tην Πρωτοχρονιά του 1067 ο Ρωμανός εισήλθε ένοπλος στο παλάτι και παντρεύτηκε την αυτοκράτειρα, ενώ την άλλη μέρα στέφτηκε αυτοκράτορας. Έτσι ξεκίνησε η βασιλεία του, που θα αποδειχτεί βραχύβια αλλά καθοριστική για την ιστορία της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας.
            Κύριο μέλημα του Ρωμανού ήταν η αντιμετώπιση των Τούρκων. Αυτή ήταν η μοναδική του έγνοια, για αυτό επιλέχτηκε, αυτό περίμενε κι ο λαός να κάνει. Ο ίδιος διεξήγαγε μια μεγάλη εκστρατεία το 1068, εκκαθαριστικές επιχειρήσεις το 1069 και τη μοιραία εκστρατεία του 1071. Σε όλη τη διάρκεια αυτών των ετών ήξερε ότι από την επιτυχία της αποστολής του θα κρίνονταν το μέλλον και της αυτοκρατορίας αλλά και το δικό του. Θα μπορούσε κανείς να πει κανείς ότι αυτός, ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, ήταν αυτοκράτορας με προθεσμία αλλά και με όρους.  Πιθανή αποτυχία θα έδινε την ευκαιρία στους γραφειοκράτες να πάρουν πάλι το πάνω χέρι στην εξουσία…
         Στην προσπάθεια του για την επιτυχία της αποστολής του είχε δυο μεγάλα θέματα. Το πρώτο ήταν η κατάσταση του βυζαντινού στρατού. Τέσσερις μόλις δεκαετίες μετά την ένδοξη εποχή του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου (975-1025), το σύνολο του στρατού δεν είχε καμιά σχέση με αυτόν του παρελθόντος. Ο ταγματικός στρατός, που μέχρι πρόσφατα πολεμούσε στη Δύση αποτελούνταν κυρίως από μισθοφόρους. Ο Ρωμανός ήλπιζε να αντλήσει νέες δυνάμεις με την αναδιοργάνωση του στρατού των θεμάτων, ο οποίος είχε αποδιοργανωθεί την προηγούμενη εικοσαετία. Όμως το θέαμα που αντίκρισε κατά την προετοιμασία της εκστρατείας του 1068 ήταν αποκαρδιωτικό. Οι επίστρατοι του θεματικού στρατού ήταν φτωχά οπλισμένοι, απείθαρχοι και ανεκπαίδευτοι, ανίκανοι για μια σοβαρή προσπάθεια για την επανάκτηση των ανατολικών συνόρων της αυτοκρατορίας.
          Ο ταγματικός στρατός έπρεπε να εκπαιδευτεί σε ένα νέο είδος πολέμου με νομάδες. Ο θεματικός στρατός χρειαζόταν, πολύ περισσότερο αυτός, χρόνο και εκπαίδευση. Η πίεση όμως των γεγονότων ήταν μεγάλη. Ο Ρωμανός, φλογερός και ασυγκράτητος, βιαζόταν, όχι αδικαιολόγητα, να φέρει αποτελέσματα εναντίον των Τούρκων και του νέου ηγέτη τους Αλπ Αρσλάν. Η προσωπική πολεμική φιλοσοφία του συνίστατο στην άμεση δράση για την άμεση καταδίωξη. Το επιχειρησιακό του σχέδιο όμως είχε κενά και γεννούσε ερωτηματικά.  Ο στρατός θα προχωρούσε σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις χωρίς όμως να έχει την απαιτούμενη ευκινησία για να αντιμετωπίσει τους ευέλικτους Σελτζούκους. Απουσίαζε η κατάρτιση ενός οργανωμένου σχεδίου που θα λάμβανε σοβαρά υπόψη τις ιδιαιτερότητες του πολέμου και θα προσαρμοζόταν στην τακτική του εχθρού. Ο αυτοκράτορας, αν και με στρατιωτική εμπειρία, εντούτοις δεν είχε τις απαραίτητες επιτελικές γνώσεις για τη σύλληψη του κατάλληλου σχεδίου και την οργάνωση επιχειρήσεων ευρείας κλίμακας σε δύσβατα εδάφη. Προβλήματα υπήρχαν και με τη συνεργασία των μονάδων και των διοικητών τους μεταξύ τους. Κυριαρχούσε η νοοτροπία να μην κινδυνεύει η κάθε μονάδα για τις άλλες μονάδες. Η λογική αυτή επέφερε πλήγμα στην ομοψυχία και συνεργασία του στρατεύματος. Μεγάλο μειονέκτημα θα αναδειχτεί το μέτριο ως κακό έργο των ανιχνευτών του στρατού, που ο ρόλος τους ήταν πολύ σημαντικός σε μια τέτοια εκστρατεία.
             Το άλλο μεγάλο θέμα ήταν αυτός ο ίδιος ο κρατικός μηχανισμός  που βρισκόταν στα χέρια των γραφειοκρατών και συγκεκριμένα του Ψελλού. Ο υπέρτιμος φιλόσοφος σε συνεργασία με Ιωάννη Δούκα (αδελφό του αυτοκράτορα Κων/νου Δούκα), με συνεχείς σκευωρίες και τακτικισμούς υπέσκαπταν τις προσπάθειες του Ρωμανού Δ΄. Ο Διογένης διέπραξε ένα βασικό σφάλμα: διατήρησε στην αυλή τον Ψελλό, τον καίσαρα-Ιωάννη Δούκα και τους οπαδούς τους, οι οποίοι αντιστρατεύονταν την πολιτική του, είτε κρυφά είτε με φανερό τρόπο, με αποτέλεσμα οι κινήσεις του αυτοκράτορα να μην αποδίδουν τα αναμενόμενα.
             Γιατί δεν τους απομάκρυνε; Δεν ένιωθε δυνατός να κυβερνήσει χωρίς αυτούς;  Δεν ήθελε να ξεκινήσει τη βασιλεία του με καθαιρέσεις και τιμωρίες; Κατόρθωσαν να τον πείσουν ότι είναι μαζί του, αρωγοί στις προσπάθειές του; Δε διέθετε το πολιτικό αισθητήριο για να κάνει αυτήν την κίνηση που, πρώτη από όλες, θα έκανε ένα άλλος; Όποια κι αν είναι η απάντηση, το αποτέλεσμα ήταν η διαρκής υπονόμευσή του…


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου