Τρίτη 18 Ιουνίου 2013

Η Kρήτη στα πρώτα βυζαντινά χρόνια - Η αραβική κατάκτηση

 
 
από χειρόγραφο του Ιωάννη Σκυλίτζη, 11ος αι. μεταφορά στρατιωτών με πλοία
 
Η Kρήτη στα  πρώτα βυζαντινά χρόνια

             Το 58 μ.Χ. η Κρήτη έρχεται σε επαφή με τον Χριστιανισμό χάρη στο μαθητή του Αποστόλου Παύλου, Τίτο.  Έτσι, ο Χριστιανισμός στην Κρήτη, επισήμως ξεκινάει με την παρουσία του Αποστόλου Τίτου, ο οποίος ως συνοδός του Αποστόλου Παύλου και του Βαρνάβα μετείχε στην Αποστολική Σύνοδο των Ιεροσολύμων στα 49 μ.Χ. Πιστός μαθητής του Παύλου, τον ακολουθεί στις περιοδείες του στην Ευρώπη και την Ασία, ενώ ανάμεσα στα 62 και 63 μ.Χ.,οι δυο τους βρίσκονται στο νησί, βάζοντας τα θεμέλια της Χριστιανικής λατρείας. Ο Παύλος αναθέτει στον αγαπημένο του μαθητή την οργάνωση της εκκλησίας στην Κρήτη.
           Όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος (το 330 μ.Χ.) μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους του στην Κωνσταντινούπολη, απέσπασε την Κρήτη από την Κυρήνη και την ενέταξε στην επαρχία της Ιλλυρίας (βαλκανική χερσόνησος). Με τη διάσπαση της αυτοκρατορίας, στα 395 μ.Χ., επί Θεοδοσίου του Α΄, περιελήφθη στο Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος. Ο Ιεροκλής (ιστορικός και γεωγράφος του ΣΤ’ αιώνα), στο έργο του «Συνέκδημον», καταγράφει 21 κρητικές πόλεις (οι πιο πολλές αρχαίες που όμως συνέχιζαν να υπάρχουν) και το νησί Κλαύδος (σημερινή Γαύδος). Πρωτεύουσα ήταν   η Γόρτυνα. Στα χρόνια αυτά γίνονται μεγάλοι σεισμοί που προκαλούν καταστροφές και χτίζονται οι πρώτες μεγάλες εκκλησίες, με κυριότερη τη βασιλική του Αγίου Τίτου, που σώζεται μέχρι σήμερα στη Γόρτυνα.
            Όταν η Βυζαντινή αυτοκρατορία διαιρέθηκε σε θέματα, η Κρήτη αποτέλεσε ξεχωριστό θέμα με στρατηγό διοικητή. Εκκλησιαστικά, πέρασε στην εποπτεία της Ρώμης, αν και πολλοί Κρητικοί ιεράρχες μετείχαν στις τέσσερις πρώτες από τις οικουμενικές συνόδους. Στο νησί υπήρχαν εννιά επισκοπές.
         Στο κέντρο περίπου της Μεσογείου, σε σημείο που ελέγχει τη θαλάσσια συγκοινωνία και το εμπόριο, η Κρήτη θα γίνει στόχoς πολλών επιθέσεων. Στα 623 το νησί δέχεται την επιδρομή Σλάβων που έφτασαν ως εκεί με πλοιάρια, αλλά αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία. Στα 651, η Κρήτη δέχτηκε για πρώτη φορά την επίθεση των νεοεμφανιζόμενων Αράβων του χαλίφη Μωαβία, που είχαν ήδη καταλάβει την Αίγυπτο, και επιτέθηκαν και στην Κύπρο, ενώ τον μεθεπόμενο χρόνο (653) λεηλατήθηκε από τους Άραβες του Αβού Αλούρ.
          Οι Άραβες στηριζόμενοι στον αξιόλογο στόλο που είχαν φτιάξει, θα αρχίσουν να σχεδιάζουν επιθέσεις για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, που όμως θα αποδειχτούν αναποτελεσματικές, αφού η Πόλη επικοινωνούσε και εφοδιαζόταν χωρίς προβλήματα με τις επαρχίες από την ξηρά.  Το 674, μοίρα του αραβικού στόλου που έπλεε εναντίον της Κωνσταντινούπολης, κατέλαβε τον Χάρακα (στον κόλπο της Σούδας) και εκεί ξεχειμώνιασε.
          Στα χρόνια του ξέσπασε η εικονομαχία, επί Λέοντα Γ’ Ίσαυρου (717 – 741) στην Κρήτη, όπως και σε άλλα νησιά, η πλειοψηφία των κατοίκων τάχτηκαν με την πλευρά των εικονολατρών. O  αυτοκράτορας θεώρησε ότι αυτή η αντίδραση ξεκινούσε από την παπική Ρώμη και ενέταξε την Κρήτη στην εποπτεία του πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης.


 Η αραβική κατάκτηση της Κρήτης
           Οι Αραβικές επιθέσεις κατά τον 9ο και 10ο αιώνα θα πάρουν οξύτατο χαρακτήρα στη θάλασσα με συγκεκριμένους στόχους την Κύπρο, τη Ρόδο και βέβαια την Κρήτη. Κι ενώ   οι Άραβες είχαν αποκρουστεί στην Ανατολή, προέκυψαν απειλητικοί από τη Δύση. Μετα από μια εξέγερση στο ανδαλουσιανό εμιράτο της Ισπανίας (Κόρδοβα), Άραβες επαναστάτες αναγκάστηκαν να φύγουν στη Βόρεια Αφρική μαζί με τις οικογένειές τους. Αρχηγός των φυγάδων ήταν ο Αμπού Χάφεζ Ομάρ, ο για τους Βυζαντινούς, Απόχαψις. Στα 816, έφτασαν στην Αίγυπτο αλλά δεν ένιωθαν ασφαλείς. Στα 823, αποφάσισαν το μεγάλο τόλμημα, μετά και από προτροπή των Αιγυπτίων που πάντα εποφθαλμιούσαν την Κρήτη.
          Ο στόλος του Αμπού Χάφεζ Ομάρ φάνηκε στα νότια της Κρήτης κι έκανε απόβαση στον όρμο Ψαρή Φοράδα, στα νοτιοανατολικά του σημερινού νομού Ηρακλείου. Βγήκαν οι πολεμιστές, βγήκαν και τα γυναικόπαιδα κι ο Ομάρ διέταξε κι έκαψαν τα πλοία τους, σε μια προσπάθεια να δώσει στην επίθεση χαρακτήρα μάχης μέχρις εσχάτων. Γίνεται φανερό ότι οι Ανδαλουσιανοί έβλεπαν την Κρήτη σαν μια τελευταία ευκαιρία να αποκτήσουν μια πλούσια γη, καθώς σε περίπτωση ήττας δε θα είχαν τρόπο διαφυγής,
        Οι επιτιθέμενοι δε συνάντησαν αξιόλογη αντίσταση γιατί η βυζαντινή εξουσία είχε αποσύρει σημαντικές στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις από τα νησιά για να αντιμετωπιστεί η επανάσταση του Θωμά του Σλάβου. Φαίνεται όµως ότι δεν κατακτήθηκε ολόκληρο το νησί (τα Σφακιά σίγουρα δεν γνώρισαν κατακτητή). Οι παλαιές πόλεις και  η πρωτεύουσα Γόρτυνα μετατράπηκαν σε σωρούς ερειπίων.
        Ο κρητικός πληθυσμούς εκτοπίστηκε στην ύπαιθρο, όπου η διαβίωση με την διατήρηση των ηθών και εθίμων αλλά και της θρησκείας ήταν  ευκολότερη. Οι ντόπιοι ασχολούνταν με τις κτηνοτροφικές και γεωργικές τους ασχολίες,  ενώ οι μουσουλμάνοι εγκαταστάθηκαν κυρίως στις πόλεις. Ασχολούνταν περισσότερο με την πειρατεία και τις ληστρικές επιδρομές, το εμπόριο αλλά και με την πολεμική ετοιμότητα για να αποκρούσουν οποιαδήποτε βυζαντινή επίθεση στο μέλλον. Εξισλαμισμοί υπήρξαν κυρίως στις πόλεις, από έλληνες αστούς. Οι επιγαμίες ανάμεσα σε Άραβες και Κρήτες ήταν ελάχιστες ενώ και τα αραβικά στοιχεία στη γλώσσα της Κρήτης είναι ελάχιστα και διατηρούνται μόνο µερικά αραβικά τοπωνύµια (Κατσαµπάς, Σούδα, Χονδράς, Χουµέρι, Ατζιπάς κ.ά.), Σηµαντική υπήρξε η οικοδόμηση του κάστρου του Χάνδακα στη θέση του αρχαίου και του σηµερινού Ηρακλείου, γύρω από το οποίο κατασκευάσθηκε βαθύ χαντάκι, από όπου η πόλη αλλά και το νησί πήραν το µεσαιωνικό τους όνοµα (Candia).   
      Το νησί εποικίζεται και έτσι οι αρχικοί Ανδαλουσιανοί Άραβες ενισχύονται με νέους μουσουλμάνους, κυρίως τυχοδιώκτες από διάφορες μουσουλμανικές χώρες, προκειμένου να ενισχυθούν πληθυσμιακά.
          Η Κρήτη   μεταβλήθηκε σε αραβικό εμιράτο που είχε ζωή περίπου ενάμισι αιώνα. Σε αυτά τα 130 και πλέον χρόνια της αραβικής κατοχής, η Κρήτη απoτέλεσε κέντρο εκτεταµένων πειρατικών επιδροµών που απλώνονταν σε όλο το χώρο της ανατολικής Μεσογείου. Ο Χάνδακας, η πρωτεύουσα του νησιού, έγινε το μεγαλυτερο κέντρο δουλεμπορίου της Ανατολής, όπου έρχονταν πλούσιοι αγοραστές από τις χώρες της Μ. Ασίας, της Αραβίας και της Β. Αφρικής Από τα 827, οι Σαρακηνοί είχαν βάλει πόδι και στη Σικελία Τα δυο νησιά (Κρήτη και Σικελία) μετατράπηκαν σε βάσεις εξόρμησης οργανωμένων πειρατικών επιδρομών.Τα έσοδα από το εµπόριο των σκλάβων και η λεία από τις πειρατικές επιδροµές έφερναν αµύθητα πλούτη στους Άραβες κυριάρχους της Κρήτης.
        Παράλληλα το εμιράτο της Κρήτης ανέπτυξε διεθνές εμπόριο εισαγωγών και εξαγωγών και κατασκεύασε δικά του νομίσματα, όπου τυπικά αναφέρονται και τα ονόματα των Αββασιδών χαλιφών. Οι αραβικές πηγές περγράφουν και την πολιτιστική ανάπτυξη του νησιού, αναφέροντας ονόματα διαπρεπών νομικών και άλλων διανοουμένων, οι οποίοι έζησαν στην αραβοκρατούμενη Κρήτη
        Η πτώση της Κρήτης και η κατάληψή της από τους Άραβες ήταν γεγονός πολύ σημαντικό, γιατί άλλαξε την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή καθώς η ασφάλεια και η κυριαρχία, αλλά και η ίδια η βυζαντινή παρουσία στην περιοχή ήταν υπό σοβαρή αμφισβήτηση. Με ορμητήριο την Κρήτη οι Άραβες έκαναν επιδρομές προς το Αιγαίο και τα παράλια, ελέγχοντας όλη σχεδόν την νοτιοανατολική λεκάνη της Μεσογείου προκαλώντας μεγάλα προβλήματα στις θαλάσσιες συγκοινωνίες και στο εμπόριο του Βυζαντίου. Η σοβαρότητα αυτής της κατάστασης λόγω και της γεωγραφικής θέσης της Κρήτης, εξηγούν τις τέσσερις απόπειρες ανακατάληψης του νησιού μέσα στον 9ο αιώνα, όλες όμως αποτυχημένες, μέχρι και το 961 που θα το καταφέρουν με το στρατηγό Νικηφόρο Φωκά.

.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου