Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Άγιο Μανδήλιο και Σινδόνη του Τορίνο

 
 
 
 
 
           Λεπτομέρεια ταυ αναπαριστώμενου κεφαλιού (θετική και αρνητική φωτογράφηση) στο σάβανο του Ιησού. H τύχη του κειμηλίου αυτού, μετά τις λεηλασίες των σταυροφόρων τον Απρίλιο του 1204  στην Κωνσταντινούπολη, δεν είναι γνωστή και, όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο Ροβέρτος του Kλαρί «...κανείς δεν ξέρει, ούτε από τους Eλληνες ούτε από τους Φράγκους, τι απέγινε η Σινδόνη όταν πάρθηκε η Πόλη».
          Tο  κειμήλιο αυτό χωρίς να είναι εξακριβωμένο πού ακριβώς κατέληξε τότε, από το 1578 μεταφέρθηκε στο Τορίνο, όπου εκτίθεται στον καθεδρικό ναό της πόλης σε λαϊκό προσκύνημα ως τις μέρες μας. Αρκετοί ερευνητές πιστεύουν ότι το  σάβανο αυτό δεν είναι άλλο από το «μανδήλιόν» του Iησού που μεταφέρθηκε θριαμβευτικά στην Κωνσταντινούπολη τον Δεκαπενταύγουστο του 944 από τον Βυζαντινό  στρατηλάτη Ιωάννη Kουρκούα, όταν ο τελευταίος κατέλαβε τη συριακή Έδεσσα από  τους Μουσουλμάνους.Εικάζεται, μάλιστα, ότι η πλήρης ανάπτυξη του σάβανου (σινδόνης) έγινε μετά το ξεδίπλωμα του «μανδηλίου», όπου εικονιζόταν μόνο το πρόσωπο και όχι το υπόλοιπο σώμα του Ιησού.
           Το ‘Aγιον Μανδήλιον της Έδεσσας, από τον 6ο αιώνα μ.Χ. έως τις αρχές του 13ου, ήταν η γνωστότερη αναπαράσταση του Ιησού που δημιουργήθηκε από «μη ανθρώπινο χέρι». Από το 944 μ.Χ. ως το 1204 μ.Χ. φυλασσόταν στο Αυτοκρατορικό Θησαυροφυλάκιο της Κωνσταντινούπολης, όπου και μεταφέρθηκε από την Έδεσσα, τη σύγχρονη Urfa της Τουρκίας, κοντά στα σύνορα της Συρίας.
          Οι παλαιότερες αναφορές στο Aγιον Μανδήλιον και την ιστορία του χρονολογούνται στον 4ο αιώνα μ.Χ.
         Η πρώτη αναφορά συναντάται στο βιβλίο Εκκλησιαστική Ιστορία (Church History) του Ευσέβιου, το 325 μ.Χ., όπου ο Βασιλιάς ‘Αμπγκαρ ο 5ος (Abgar V) δέχεται ένα γράμμα από τον Ιησού αλλά καμία εικόνα του.
           Στο κείμενο Doctrine of Addai, που χρονολογείται γύρω στο 400 μ.Χ., υπάρχει αναφορά για μία εικόνα του Ιησού περισσότερο όμως ως αποτέλεσμα κάποιου ζωγράφου που αποτύπωσε τη φιγούρα του Ιησού όταν αυτός ήταν εν ζωή και όχι ως αποτέλεσμα κάποιου θεϊκού φαινόμενου.
         Για πρώτη φορά το ΄Άγιον Μανδήλιον, όπως το ξέρουμε σήμερα, εμφανίστηκε τον 6ο αιώνα μ.Χ.. Τότε, η εικόνα του Ιησού επενέβη θαυματουργά στον πόλεμο κατά των Περσών, όπου και για πρώτη φορά περιγράφθηκε ως: «θεϊκά κατασκευασμένη… που ανθρώπινα χέρια δεν δημιούργησαν», στο βιβλίο Εκκλησιαστική Ιστορία (Church History, c. 536- 600) του Ευάγριου, ιστορικού του 6ου αιώνα. μ.Χ..
 
        Η διήγηση του Κων. Πορφυρογέννητου, του τότε αυτοκράτορα, τοποθετεί την άφιξη του Αγ. Μανδηλίου στα περίχωρα της Κων/λης την 15η Αυγούστου, ημέρα κατά την οποία οι βασιλείς γιόρταζαν  την «Μετάστασιν της Αειπαρθένου και Θεομήτορος» εις τον πάνσεπτο ναό της των Βλαχερνών στο βάθος του Κεράτιου Κόλπου. Εκεί έφθασαν, κατά το απόγευμα, αυτοί που μετέφεραν το Άγιον Μονδήλιον από την Έδεσσα. Στο υπερώο αυτού του ναού τοποθέτησαν την «κιβωτό» που περιείχε το ΄Αγιον Μανδήλιον.
        Αφού προσκύνησε η βασιλική οικογένεια με πολύ σεβασμό, μετέφεραν το Αγ. Μανδήλιον με μεγάλες τιμές και πολλές λαμπάδες στην βασιλική τριήρη και από εκεί στον Ναό των Ανακτόρων που ονομαζόταν Παναγία του Φάρου. (Κωδ. 473r-493ν).
        Την επομένη, 16 Αυγούστου, έγινε η λιτάνευση της εικόνας με την βασιλική τριήρη γύρω από τα θαλάσσια τείχη της Πόλης, για να ευλογηθεί από όλες τις πλευρές και όταν έφθασαν στο δυτικό τείχος αποβιβάσθηκαν και συνέχισαν την λιτανεία πεζοπορώντας. Το σκεύος που φύλαττε το Αγ. Μανδήλιον συνόδευαν οι βασιλείς, η Σύγκλητος, ο Πατριάρχης και ο λαός.
        Αφού πέρασαν την «Χρυσή Πύλη», διέσχισαν όλη την πόλη με πάνδημη λιτανεία πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο της μετέδιδαν αγιασμό και την καθιστούσαν απόρθητη.
        Το πλήθος του κόσμου συνέρεε από παντού σαν μεγάλα κύματα σ’ αυτήν την λιτανεία, κατά την οποία έγινε ακόμη ένα θαύμα ιάσεως: ένας άνθρωπος που ονομαζόταν Ανδρέας και ήταν παράλυτος από καιρό, ανασηκώθηκε να δει την εικόνα και, μόλις την είδε, έγινε καλά και έτρεξε να την ασπασθεί δοξάζοντας τον Θεό. Αυτό το γεγονός το είδαν όλοι οι παρόντες και με δάκρυα στα μάτια από την χαρά δόξαζε το Θεό όλη η Πόλη.
        Και προσθέτει ο Κωνστ. Πορφυρογέννητος: «Όταν τα πράγματα είναι τόσο υπερβολικά, είναι καλύτερο να τα βλέπει κανείς παρά να τα ακούει».
       Αφού πέρασε η πομπή το Αυγουσταίον, έφθασε στην Αγία Σοφία, όπου τοποθέτησαν την αγία εικόνα  μέσα στο ιερό. Μετά το προσκύνημα όλου του λαού την μετέφεραν στα ανάκτορα στην αίθουσα του θρόνου, για να ευλογηθεί ο βασιλικός θρόνος ώστε ο βασιλιάς να κρίνει με χρηστότητα και επιείκεια τα ζητήματα του Κράτους και μετά την σχετική δέηση την τοποθέτησαν τελικά στον Ναό των ανακτόρων, την «Παναγία του Φάρου» ανατολικά, στο δεξί μέρος του Ναού, προς δόξαν πιστών, προστασία των βασιλέων και προς ασφάλεια όλης της Πόλεως (Κωδ. 474r- 475ν)…»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου