Τα τείχη της Καισάρειας κατακευασμένα απο τον Ιουστινιανό |
Σημαντική πόλη από την αρχαιότητα, ονομαζόταν αρχικά Μάζακα. Στην ελληνιστική εποχή, όταν η Καππαδοκία ήταν ανεξάρτητο βασίλειο, ονομάστηκε από την φιλελληνική τοπική δυναστεία των Αριερέθων, Ευσέβεια. Στα ρωμαϊκά χρόνια ονομάστηκε Καισάρεια, ονομασία που παραμένει μέχρι σήμερα με την τουρκική παραφορά Κάισερι. Σε όλη τη μακραίωνη ιστορία της υπήρξε σημαντικό ιστορικό, θρησκευτικό, οικονομικό και στρατιωτικό κέντρο, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι σε διάστημα λίγων αιώνων πέρασε από τα χέρια των Βυζαντινών στους Άραβες, στους Σλετζούκους, στους Σταυροφόρους, στους Μογγόλους, στους Μαμελούκους, για να καταλήξει στους Οθωμανούς.
Στους Έλληνες είναι πασίγνωστη ως η γενέτειρα του Μεγάλου Βασιλείου. Διετέλεσε Επίσκοπος Καισάρειας και προς τιμήν του ο Μητροπολίτης Καισάρειας υπό τον Οικουμενικό θρόνο, Μητροπολίτης Υπέρτιμος των Υπερτίμων. Εκτός από το Μέγα Βασίλειο εδώ διέπρεψαν με τον βίο και την πολιτεία τους άνδρες που πέρασαν στην ιστορία ως «Μεγάλοι Καππαδόκες Αγιοι», όπως οι ιεράρχες Λεόντιος και Ευσέβιος και οι κορυφαίοι μυστικοί θεολόγοι της Ορθοδοξίας, Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και Γρηγόριος ο Νύσσης. Σε όλο το βυζαντινό θέμα τότε, ιδρύθηκαν φιλανθρωπικά και ευαγή ιδρύματα, βιβλιοθήκες και μοναστήρια. Ταυτόχρονα οι αυτοκράτορες, εκτιμώντας την γεωστρατηγική θέση της περιοχής στην αντιμετώπιση πρώτα των Περσών και μετά των Αράβων, την κατέστησαν κέντρο στρατιωτικής εκπαίδευσης, έκτισαν κάστρα και μοίρασαν κτήματα στους περίφημους Ακρίτες του βυζαντινού ελληνισμού.
Μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924, η Καισάρεια διέθετε μια σχετικά μικρή, αλλά ανθηρή ελληνική κοινότητα, με τέσσερις εκκλησίες, τρία αρρεναγωγεία και ένα παρθεναγωγείο. Μοναδικό ίχνος όλων αυτών παραμένει η εκκλησία με τον όμορφο κόκκινο τρούλο στη νότια πλευρά της περιτειχισμένης παλιά πόλης, ενώ ανάμνηση των βυζαντινών χρόνων είναι το κάστρο, ένα από τα εκατοντάδες κάστρα, που θεμελίωσε ο Ιουστινιανός τον 6ο αιώνα. Σήμερα είναι γνωστό ως Ic Kale (εσωτερικό κάστρο) και στο σοκάκια του λειτουργεί υπαίθρια αγορά. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει ένας θρύλος ότι στο μεγάλο τζαμί της πόλης βρίσκονται τα λείψανα του Μεγάλου Βασιλείου. Στο μουσείο της πόλης υπάρχουν επιτύμβιες στήλες στα ελληνικά και στα καραμανλήδικα (τουρκικά με ελληνικούς χαρακτήρες), όπως επίσης και μια σαρκοφάγος με ανάγλυφες παραστάσεις των άθλων του Ηρακλή.
Η περιοχή της Καισάρειας θεωρείται ότι είναι η περιοχή με την ισχυρότερη ελληνική παρουσία σε ολόκληρη την Καππαδοκία. Τα περισσότερα από τα χωριά που είχαν έντονο ελληνικό στοιχείο βρίσκονται σε σχετικά μικρή απόσταση από την πόλη και όλα είχαν μεικτό πληθυσμό Ελλήνων, Αρμενίων και Τούρκων : Talas –Moυταλάσκι, Endruluk – Ανδρονίκι, Zinzindere- Φλαβιανά, Resandiye- Στρέφανα. Το Talas –Moυταλάσκι είχε ανθηρή ελληνική κοινότητα, ενώ ήταν τόπος καταγωγής του Αγίου Σάββα. Εδώ υπάρχει ένας τρωγλοδυτικός οικισμός, αλλά και η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου (Παναγία Καπουσή) που σήμερα λειτουργεί ως τζαμί. Στο Endruluk – Ανδρονίκι υπάρχει ένας επιβλητικός αλλά ημιερειπωμένος ναός του Αγίου Ανδρόνικου και στο Resandiye- Στρέφανα υπάρχει ναός της Θεοτόκου. Το Zinzindere- Φλαβιανά ήταν το σημαντικότερο θρησκευτικό κέντρο της περιοχής με τη σπουδαία μονή του Τιμίου Προδρόμου να θεωρείται η συνέχεια της μονής Φλαβιανών στην οποία ασκήτεψε ο Άγιος Σάββας.
Ανατολικά της Καισάρειας βρίσκεται μια άλλη ομάδα χωριών: Germir – Κερμίρα, Tavlusun, Gesi – Κέσι, Kayabag – Darsiyak – Ταξιάρχες, Agirnas Άγιοι Ανάργυροι, Subasi Σκοπί κά. Στο παλιό Germir σώζονται αρκετά παλιά αρχοντικά και δυο εκκλησίες, η μία είναι της Θεομήτορος, με το χαρακτηριστικό διώροφο καμπαναριό. Στο Tavlusun υπάρχουν ρημαγμένες δυο εκκλησίες, μία ελληνική και μία αρμενική. Στο όμορφο χωριό Kayabag – Darsiyak – Ταξιάρχες στέκεται μέχρι σήμερα ο επιβλητικός ναός των Ταξιαρχών. Οι σημερινοί κάτοικοι των χωριών αυτών είναι απόγονοι ανταλλάξιμων, που το 1924 ακολούθησαν την αντίστροφη διαδρομή των Ελλήνων Καππαδόκων, δηλαδή μουσουλμάνοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, κυρίως στη Μακεδονία και στην Κρήτη και μεταφέρθηκαν στην Ανατολή.
Λίγο πριν το Agirnas Άγιοι Ανάργυροι υπάρχει μια υπόγεια πόλη, που δίνει μια πρόγευση για το τι επακολουθεί δυτικότερα, στο <<κέντρο>> της Καππαδοκίας. Στο Agirnas Άγιοι Ανάργυροι υπάρχει ο ναός του Αγίου Προκοπίου.
Στους Έλληνες είναι πασίγνωστη ως η γενέτειρα του Μεγάλου Βασιλείου. Διετέλεσε Επίσκοπος Καισάρειας και προς τιμήν του ο Μητροπολίτης Καισάρειας υπό τον Οικουμενικό θρόνο, Μητροπολίτης Υπέρτιμος των Υπερτίμων. Εκτός από το Μέγα Βασίλειο εδώ διέπρεψαν με τον βίο και την πολιτεία τους άνδρες που πέρασαν στην ιστορία ως «Μεγάλοι Καππαδόκες Αγιοι», όπως οι ιεράρχες Λεόντιος και Ευσέβιος και οι κορυφαίοι μυστικοί θεολόγοι της Ορθοδοξίας, Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και Γρηγόριος ο Νύσσης. Σε όλο το βυζαντινό θέμα τότε, ιδρύθηκαν φιλανθρωπικά και ευαγή ιδρύματα, βιβλιοθήκες και μοναστήρια. Ταυτόχρονα οι αυτοκράτορες, εκτιμώντας την γεωστρατηγική θέση της περιοχής στην αντιμετώπιση πρώτα των Περσών και μετά των Αράβων, την κατέστησαν κέντρο στρατιωτικής εκπαίδευσης, έκτισαν κάστρα και μοίρασαν κτήματα στους περίφημους Ακρίτες του βυζαντινού ελληνισμού.
Μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924, η Καισάρεια διέθετε μια σχετικά μικρή, αλλά ανθηρή ελληνική κοινότητα, με τέσσερις εκκλησίες, τρία αρρεναγωγεία και ένα παρθεναγωγείο. Μοναδικό ίχνος όλων αυτών παραμένει η εκκλησία με τον όμορφο κόκκινο τρούλο στη νότια πλευρά της περιτειχισμένης παλιά πόλης, ενώ ανάμνηση των βυζαντινών χρόνων είναι το κάστρο, ένα από τα εκατοντάδες κάστρα, που θεμελίωσε ο Ιουστινιανός τον 6ο αιώνα. Σήμερα είναι γνωστό ως Ic Kale (εσωτερικό κάστρο) και στο σοκάκια του λειτουργεί υπαίθρια αγορά. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει ένας θρύλος ότι στο μεγάλο τζαμί της πόλης βρίσκονται τα λείψανα του Μεγάλου Βασιλείου. Στο μουσείο της πόλης υπάρχουν επιτύμβιες στήλες στα ελληνικά και στα καραμανλήδικα (τουρκικά με ελληνικούς χαρακτήρες), όπως επίσης και μια σαρκοφάγος με ανάγλυφες παραστάσεις των άθλων του Ηρακλή.
Η περιοχή της Καισάρειας θεωρείται ότι είναι η περιοχή με την ισχυρότερη ελληνική παρουσία σε ολόκληρη την Καππαδοκία. Τα περισσότερα από τα χωριά που είχαν έντονο ελληνικό στοιχείο βρίσκονται σε σχετικά μικρή απόσταση από την πόλη και όλα είχαν μεικτό πληθυσμό Ελλήνων, Αρμενίων και Τούρκων : Talas –Moυταλάσκι, Endruluk – Ανδρονίκι, Zinzindere- Φλαβιανά, Resandiye- Στρέφανα. Το Talas –Moυταλάσκι είχε ανθηρή ελληνική κοινότητα, ενώ ήταν τόπος καταγωγής του Αγίου Σάββα. Εδώ υπάρχει ένας τρωγλοδυτικός οικισμός, αλλά και η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου (Παναγία Καπουσή) που σήμερα λειτουργεί ως τζαμί. Στο Endruluk – Ανδρονίκι υπάρχει ένας επιβλητικός αλλά ημιερειπωμένος ναός του Αγίου Ανδρόνικου και στο Resandiye- Στρέφανα υπάρχει ναός της Θεοτόκου. Το Zinzindere- Φλαβιανά ήταν το σημαντικότερο θρησκευτικό κέντρο της περιοχής με τη σπουδαία μονή του Τιμίου Προδρόμου να θεωρείται η συνέχεια της μονής Φλαβιανών στην οποία ασκήτεψε ο Άγιος Σάββας.
Ανατολικά της Καισάρειας βρίσκεται μια άλλη ομάδα χωριών: Germir – Κερμίρα, Tavlusun, Gesi – Κέσι, Kayabag – Darsiyak – Ταξιάρχες, Agirnas Άγιοι Ανάργυροι, Subasi Σκοπί κά. Στο παλιό Germir σώζονται αρκετά παλιά αρχοντικά και δυο εκκλησίες, η μία είναι της Θεομήτορος, με το χαρακτηριστικό διώροφο καμπαναριό. Στο Tavlusun υπάρχουν ρημαγμένες δυο εκκλησίες, μία ελληνική και μία αρμενική. Στο όμορφο χωριό Kayabag – Darsiyak – Ταξιάρχες στέκεται μέχρι σήμερα ο επιβλητικός ναός των Ταξιαρχών. Οι σημερινοί κάτοικοι των χωριών αυτών είναι απόγονοι ανταλλάξιμων, που το 1924 ακολούθησαν την αντίστροφη διαδρομή των Ελλήνων Καππαδόκων, δηλαδή μουσουλμάνοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, κυρίως στη Μακεδονία και στην Κρήτη και μεταφέρθηκαν στην Ανατολή.
Λίγο πριν το Agirnas Άγιοι Ανάργυροι υπάρχει μια υπόγεια πόλη, που δίνει μια πρόγευση για το τι επακολουθεί δυτικότερα, στο <<κέντρο>> της Καππαδοκίας. Στο Agirnas Άγιοι Ανάργυροι υπάρχει ο ναός του Αγίου Προκοπίου.
Ο λόφος των Ευχών στο Προκόπι.
Κινούμενοι δυτικά από την Καισάρεια μπαίνουμε στο νομό Nevsehir (Nεάπολη), με πρωτεύουσα την ομώνυμη πόλη. Είναι η << καρδιά>> της Καππαδοκίας, με το πιο ενδιαφέρον και θεαματικό τμήμα της. <<Πρωτεύουσα>> της περοχής είναι το Urgup, στα ελληνικά Προκόπι με παλιότερες ονομασίες Άγιος Προκόπιος και Οσιάνα.
Το Προκόπι ήταν η πατρίδα του Άγιου Ιωάννη του Ρώσου, το σκήνωμα του οποίου πήραν μαζί τους οι πρόσφυγες και το φύλαξαν στο νέο Προκόπι στην Εύβοια. Μέχρι τη δεκαετία του ΄50 σωζόταν μεγάλη εκκλησιά, αφιερωμένη στον Άγιο, η οποία όμως κατεδαφίστηκε με απόφαση τοπικού άρχοντα. Στο Προκόπι ζούσε σημαντική τουρκόφωνη ελληνική κοινότητα. Η λειτουργία στις εκκλησίες γινόταν εν μέρει στα ελληνικά και εν μέρει στα τουρκικά, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να προσέρχονται στους ναούς ακόμα και μουσουλμάνοι.
Πέρα από τα παλιά αρχοντικά, σημαντικό απομεινάρι της ελληνικής παρουσίας στην κωμόπολη είναι ένα μικρό λουτρό, δίπλα στην κεντρική πλατεία.Πάνω από την είσοδο του χαμάμ, σε μια δίγλωσση (στα ελληνικά και καραμανλήδικα) σκαλιστή επιγραφή, διαβάζουμε:
Δείγμα αγάπης εις αιώνα
ω πατρίς ερατεινή
σοι ανήγειρε λουτρώνα
η των τέκνων συνδρομή
Ομονοίας είναι έργο
θαυμαστόν περικαλές
νεολαία σου το μέλλον
ετοιμάζον ευθαλές
εθεμελιώθη το 1900 – επερατώθη το 1902
Πολύ κοντά στον οδικό άξονα που ενώνει το Urgup με το Νevsehir βρίσκεται το Ortahisar. Το όνομά του σημαίνει μεσαίο οχυρό σε αντιδιαστολή με το ακριανό οχυρό, το Uchisar. Στα χρόνια κατά τα οποία η βυζαντινή αυτοκρατορία δεχόταν επιθέσεις από τους Άραβες, ο πανύψηλος βράχος στη μέση του χωριού αποτελούσε ισχυρό φυσικό κάστρο και καταφύγιο για τους χριστιανούς κατοίκους του. Η πορεία μέσα από στοές και σκάλες μέχρι την κορυφή του κάστρου είναι εντυπωσιακή και η θέα στο πιο ψηλό μπεντένι του συγκλονιστική. Στα ριζά τους βραχώδους κάστρου βρίσκεται μια εκκλησία γνωστή με δυο ονόματα: Canbanzli Kilise και Asagi Bag Kilise, με ωραίες αγιογραφίες. Νότια του χωριού βρίσκεται ένα λαξευτό μοναστικό συγκρότημα γνωστό ως Hallac Manastir, το καθολικό του οποίου πιστεύεται ότι ήταν αφιερωμένο στον Αγιο Βασίλειο. Οι αγιογραφίες του χρονολογουνται από τον 10ο και 11ο αιώνα. Δυο χιλιόμετρα νοτιότερα, σε ένα μικρό φαράγγι, βρίσκονται ακόμα τέσσερις ανώνυμες εκκλησίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου