Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

H Αχειροποίητος (Βυζαντινή Θεσσαλονίκη)

                   
 
 
 
 
 
              Η εκκλησία της Αχειροποιήτου (Παναγία η Ἀχειροποίητος) είναι παλαιοχριστιανική βασιλική της Θεσσαλονίκης, σωζόμενη σήμερα στην ίδια μορφή που κατασκευάστηκε τον 5ο αιώνα, γεγονός που την καθιστά μοναδική στην ανατολική Μεσόγειο. Βρίσκεται στην οδό Αγίας Σοφίας, απέναντι από την πλατεία Μακεδονομάχων και η ίδρυσή της τοποθετείται στην περίοδο 450-475. Είναι αφιερωμένη στη Θεοτόκο και η ονομασία της οφείλεται στην "αχειροποίητη" λατρευτική εικόνα της Θεοτόκου δεομένης που βρισκόταν στο ναό.
 
              Είναι ξυλόστεγη, τρίκλιτη βασιλική "ελληνιστικού" τύπου και αποτελεί, μαζί με τους ναούς της Θεσσαλονίκης Άγιο Δημήτριο και Αγία Σοφία, χαρακτηριστικό δείγμα της παλιοχριστιανικής ναοδομίας.
             Εξωτερικά το κτίσμα είναι λιτό και απέριττο, με τους όγκους του συμμετρικά τοποθετημένους προς τον κατά την έννοια του μήκους άξονα. Το μεσαίο κλίτος, διαστάσεων 37μ. (μήκος) και 15,5μ. (πλάτος), υψώνεται πιο πάνω από τα δύο πλάγια και δίνει έτσι τη δυνατότητα να φωτιστεί το εσωτερικό του ναού και τα υπερώα, με τα "τρίλοβα" ή "πολύλοβα" παράθυρα που δημιουργούνται στους περιμετρικούς τοίχους. Ο καλός αυτός εσωτερικός φωτισμός είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των εκκλησιαστικών κτισμάτων της περιόδου του 4ου και 5ου αιώνα (πρωτοχριστιανική εποχή), κατά την οποία κυριάρχησε στην αυτοκρατορία ο Χριστιανισμός, σαν επίσημη θρησκεία και ιδεολογία.
            Αρχικά ο ναός είχε, προς τη δυτική πλευρά, εξωνάρθηκα από τον οποίο μόνο ίχνη σώζονται σήμερα. Ακόμα θεωρείται βέβαιο πως μπροστά από τον εξωνάρθηκα, στο χώρο του σημερινού πάρκου των Μακεδονομάχων, υπήρχε μία τετράγωνη αυλή με "περιστύλιο" (αίθριο), όπως στο ναό του Αγίου Δημητρίου.
              Εσωτερικά ο νάρθηκας, που διαμορφώνεται κάθετα προς τα τρία κλίτη, επικοινωνεί με τον κυρίως ναό με τρεις θύρες, από τις οποίες η μεσαία είναι "τρίβηλος" (τριπλή) και έκλεινε παλιά με κουρτίνες ("βήλα"), όπως συχνά απεικονίζεται σε βυζαντινές παραστάσεις. Τα δύο πλάγια κλίτη διαχωρίζονται από το κεντρικό με δύο μαρμάρινες κιονοστοιχείες με "κορινθιάζοντα" κιονόκρανα φύλλων ακάνθου. Πάνω από τις κιονοστοιχείες του ισογείου, στα υπερώα, υπάρχουν άλλες αντίστοιχες κιονοστοιχίες, έτσι ώστε ο όλος χώρος εσωτερικά να γίνεται περισσότερο ανάλαφρος, ενώ συμβάλλει σε αυτό και ο άπλετος φωτισμός που προέρχεται από πλάγια παράθυρα του μνημείου.
             Στο μέσο της νότιας πλευράς (εξωτερικά) υπάρχει ένα μικρό παρεκκλήσι-βαπτιστήριο. Άλλο ένα παρόμοιο υπάρχει στο τέλος του βόρειου κλίτους, παράπλευρα από την κόγχη του ιερού, που κυριαρχεί σαν αρχιτεκτονικό στοιχείο σε ολόκληρη την ανατολική όψη του κτίσματος.
     
 

 
                    Η κόγχη του ιερού του ναού της Αχειροποιήτου Θεσσαλονίκης. Διακρίνοται (δεξιά, αριστερά)
τα "τρίλοβα" παράθυρα και το μικρό παρεκκλήσι σε επαφή με το ιερό
 
 

             Το πότε κτίστηκε ο ναός δεν έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια. Η άποψη που επικρατεί είναι ότι κτίστηκε αμέσως μετά την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου του 431, οπότε καταδικάστηκε ο αιρετικός Νεστόριος που δίδασκε ότι η Παναγία δεν είναι "Θεοτόκος" αλλά απλά "Χριστοτόκος". Μετά την εξέλιξη αυτή κτίστηκαν σε ολόκληρη την αυτοκρατορία πολλοί ναοί προς τιμή της Θεοτόκου και -κατά πάσα πιθανότητα- και αυτός της Αχειροποιήτου Θεσσαλονίκης με την ονομασία: "Ναός της Παρθένου και Θεοτόκου της Αχειροποιήτου και Οδηγητρίας". Κατά την παράδοση το όνομα "Αχειροποίητος" δόθηκε στο ναό από μία εικόνα της Θεοτόκου που δεν πλάστηκε από ανθρώπινα χέρια (α-χειροποίητος), αλλά έπεσε από τον ουρανό. Μάλιστα υποστηρίχθηκε από τους βυζαντινούς συγγραφείς ότι η εικόνα αυτή ήταν ισάξια με τις περίφημες "αχειροποίητες" εικόνες του "Αγίου Μανδηλίου" και του "Αγίου Κεραμίου".
                Όταν ο Τούρκος Σουλτάνος Μουράτ Β΄ κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη, για να διαιωνίσει την ιστορική εκείνη μέρα της άλωσης της πόλης, διέταξε και χάραξαν σε μία μαρμάρινη κολώνα της βόρειας κιονοστοιχίας του ναού τη φράση που σώζεται μέχρι και σήμερα: "Ο Σουλτάνος Μουράτ πήρε τη Θεσσαλονίκη το 833 (=1430)".
             Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας επικράτησε σαν ανάμνηση -άγνωστο από πότε- να λέγεται ο ναός της Αχειροποιήτου ναός της Αγίας Παρασκευής. Όταν μάλιστα μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος (τζαμί) από τους Τούρκους, ονομάστηκε "Εσκή Τζουμά", που τουρκικά σημαίνει "Παλιά Παρασκευή". Κατά την άποψη που επικρατεί, το όνομα "Αγία Παρασκευή" δόθηκε περισσότερο στην περιοχή όπου πιστεύεται πως υπήρχε άλλος ναός με το όνομα αυτό, παρά στο ίδιο μνημείο.
              Μετά την απελευθέρωση της πόλης χρειάστηκαν να γίνουν πολλές επισκευές και συντηρήσεις για να δοθεί και πάλι ο ναός σε χρήση το 1930.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου